“Προ εξ ημερών του Πάσχα”
Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ
διά τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Καστορίας
πρός τό χριστεπώνυμον πλήρωμα τῆς καθ’ Ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
—————————–
«Ἤδη φωτοβολοῦν πρίν τή μεγάλη ἑορτή τῆς Ἀναστάσεως τά χαρίσματα τῆς πνευματικῆς πανηγύρεως. Ἤδη οἱ καμπάνες τῆς φημισμένης ἑορτῆς σημαίνουν ἀπό πρίν. Ἤδη ὁ Λάζαρος ἀφιερώνεται στόν Κύριο, ἀφοῦ δέχτηκε τήν ὑπόσχεση τῆς Ἀνάστασης ὄλου τοῦ κόσμου»[1].
Μέ αὐτούς τούς λόγους, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος «πρό ἕξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα»[2] ἐξυμνεῖ τή βασιλική εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ στά Ἱεροσόλυμα.
Δεσποτική πανήγυρη σήμερα, ὅπως καί πάντοτε. Πανηγυρίζει ὁ τετραήμερος Λάζαρος, ὁ ὁποῖος δέχεται τόν ἀρραβῶνα τῆς κοινῆς Ἀναστάσεως.
Πανηγυρίζει ἡ Βηθανία.
Χαίρεται καί εὐφραίνεται ἡ πόλις Σιών.
Τέρπεται καί ἀγάλλεται ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ «ὁ Βασιλεύς παραγέγονεν ἐν δικαιοσύνῃ, ἐπί πώλου καθεζόμενος, ὑπό παίδων ἀνυμνούμενος»[3].
Πανηγυρίζει καί ὁ λαός τοῦ Θεοῦ πού γνώρισε «τή βασιλική δύναμη καί τή βασιλική εἴσοδο στήν πόλη. Καί ὅπως κάποιος κοσμικός βασιλιάς… ἐπιστρέφει νικητής ἀπό τόν πόλεμο, ὅλοι οἱ ὑπήκοοί του πηγαίνουν νά τόν συναντήσουν μπροστά ἀπό τά τείχη τῆς πόλεως… Τό ἴδιο συνέβη καί στήν περίπτωση τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ. Ἔτσι… καί ἐδῶ ὅλο τό πλῆθος καί μέ τά λόγια καί μέ τά κλαδιά τῶν φοινίκων ἔδειχνε ὅτι αὐτός πού πλησιάζει εἶναι νικητής, ἀλλά ἀκόμη περισσότερο ἔδειχνε ὅτι τόν ἀναγνώριζε ὡς Θεό… Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί πατοῦσαν στή γῆ καί βάδιζαν στόν οὐρανό. Εἶχαν σώματα καί χρησιμοποιοῦσαν λόγια τῶν Ἀσωμάτων δυνάμεων… Ἦταν Ἰουδαῖοι στό ὄνομα, ἀλλά Χριστιανοί στίς πράξεις. Ἦταν κοσμικοί στή συμπεριφορά, ἀλλά πνευματικοί ὅπως οἱ Ἀπόστολοι ἐξαιτίας τῆς ὁμολογίας τους»[4].
Ἐπιτρέψτε μου λοιπόν σήμερα, νά μεταφέρω στήν εὐλαβική σας σκέψη, μά πολύ περισσότερο στήν καρδιά σας, ἕνα γεγονός αὐτῆς τῆς ἑορτῆς, τό ὁποῖο μᾶς ἐξιστοροῦν τά ἱερά κείμενα τῶν Εὐαγγελιστῶν, γιά τό πῶς ὁ Χριστός «καθήμενος ἐπί πώλου» εἰσῆλθε εἰς τά Ἱεροσόλυμα.
Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος γράφει : «εὑρών δέ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν ἐπ’ αὐτό»[5]. Ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος μᾶς ἀναφέρει ὅτι ἔφεραν στό Χριστό ὄνο καί πῶλο : «ἤγαγον τήν ὄνον καί τόν πῶλον καί ἐπέθηκαν ἐπάνω αὐτῶν τά ἱμάτια αὐτῶν καί ἐπεκάθισεν ἐπάνω αὐτῶν»[6]. Ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς κάνει λόγο πώς ὁ Χριστός κάθισε πάνω στόν πῶλο : «ἐπιρρίψαντες ἑαυτῶν τά ἱμάτια ἐπί τόν πῶλον, ἐπεβίβασαν τόν Ἰησοῦν»[7].
Πρῶτον. Διαβάζοντας αὐτά τά ἱερά κείμενα καί ἔχοντας ὑπ’ ὄψιν τήν ἑρμηνεία τῶν θεοφόρων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, συμπεραίνουμε ὅτι, ἀφ΄ ἑνός μέν δέν ὑπάρχει ἀντίφαση μεταξύ τῶν Ἱερῶν Εὐαγγελιστῶν, ἀφ΄ ἑτέρου δέ ἡ ὄνος καί ὁ πῶλος ἔχουν ἕνα βαθύ συμβολισμό. Συμβολίζουν ὅτι ὁ Χριστός πρῶτα ἀναπαύθηκε στή συναγωγή τῶν Ἰουδαίων καί ἔπειτα στό λαό πού προερχόταν ἀπό τά Ἔθνη[8]. Τήν ἴδια ἑρμηνεία μᾶς δίνει καί ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης : «Ἐκάθισεν ὁ Κύριος, εἰς μέν τήν ὄνον ἵνα διαλύση τήν ἄλογον πλάνην τῆς εἰδωλολατρείας, εἰς δέ τόν πῶλον ἵνα χαλινώση τήν ἀκράτητον ὁρμήν ὅπου εἶχον εἰς τήν ἀθεΐαν ὅλα τά Ἔθνη. Γιατί δέν ὑπάρχει τίποτα ἀλογότερο ἀπό τήν ἀπιστία καί τίποτα ἀτακτότερο ἀπό τά Ἔθνη πού προσκυνοῦν τά ἀναίσθητα εἴδωλα»[9].
Δεύτερον. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἑρμηνεύοντας αὐτό τό γεγονός, κάνει τίς ἑξῆς παρατηρήσεις : «Ἡ ἀπέναντι κώμη εἶναι ὁ ἐπίγειος αὐτός κόσμος, ἀφοῦ πόλη εἶναι ἡ ἐπουράνια ζωή, ὁ Παράδεισος, ἀπό τόν ὁποῖο ἐξέπεσε ὁ Ἀδάμ μέ τήν ἁμαρτία πού διέπραξε. Κανείς ἄλλος δέν μποροῦσε νά μᾶς εἰσαγάγη πάλι στόν τόπο ἀπό τόν ὁποῖο ἐκβληθήκαμε, παρά μόνον ὁ Χριστός. Ἡ ὄνος καί ὁ πῶλος εἶναι ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα. Ὁ πῶλος εἶναι ὁ πατέρας μας Ἀδάμ, τόν ὁποῖο ἔδεσε ὁ σατανᾶς μέ τίς πανουργίες του. Ἡ ὄνος, πού εἶναι ἀκάθαρτο ζῶο, εἶναι τά ἔθνη, τά ὁποῖα μιαίνονται μέ τά εἴδωλα καί μολύνονται μέ τά ἀκάθαρτα αἵματα. Ὁ Χριστός στέλνει τούς Μαθητές Του σέ ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα γιά νά προσαγάγουν σέ Αὐτόν τόσο τούς Ἰουδαίους ὅσο καί τούς Ἐθνικούς καί νά συγκροτηθῆ ἡ Ἐκκλησία, πού θά ἀποτελεῖται ἀπό Χριστιανούς ἐξ Ἰουδαίων καί ἐξ Ἐθνῶν. Τό νά λυθοῦν τά συγκεκριμένα ζῶα… εἶναι ὑπόθεση μεγάλων ἀνδρῶν… στήν πίστη, στήν ἀγάπη, στήν δικαιοσύνη, στήν ἀνδρεία καί στήν ἀρετή. Τέτοιοι ἄνδρες εἶναι οἱ Ἀπόστολοι πού ἐστάλησαν στόν κόσμο»[10].
Τρίτον. Αὐτή ἡ πράξη τοῦ Χριστοῦ, πέρα ἀπό τίς ἑρμηνεῖες τίς ὁποῖες δίνουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, φανερώνει συγχρόνως καί τή μέγιστη ταπείνωσή Του. Δέν εἶναι μία ἐπίπλαστη ἐξωτερική ἀρετή, ἀλλά ἔκφραση τῆς ἀγάπης Του καί τῆς ἁπλότητός Του[11]. Γράφει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος : «Δέ φοροῦσε στέμμα κοσμικοῦ βασιλιᾶ, οὔτε εἶχε φορέσει βασιλικό μανδύα, δέν Τόν συνόδευε πλῆθος στρατιωτῶν, δέν Τόν ὁδηγοῦσαν ἄλογα καί ἅρματα καί ἀσπίδες φτιαγμένες ἀπό χρυσάφι, δέν ἦταν ἀνεβασμένος πάνω σέ ἅρμα βασιλικό στρωμένο μέ πορφύρα. Εἶχε καθίσει πάνω σέ ξένο μικρό πουλάρι, φέρνοντας μαζί Του μόνο τούς δώδεκα Μαθητές»[12]. Γι αὐτό καί ὁ λαός «δέν σκανδαλίσθηκε ἀπό τό ταπεινό πουλάρι, ἀλλά δυνάμωσε περισσότερο ἀπό τήν παρουσία τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Γι’ αὐτό ὅταν Τόν εἶδαν νά εἶναι ἀνεβασμένος στό πουλάρι, ἐπηρεασμένοι ἀπό τά λόγια τῶν Προφητῶν, πῆραν τά βάγια τῶν φοινίκων καί ἔλεγαν ὁ ἕνας στόν ἄλλον : “Γιατί περιμένουμε καί δέν βγαίνουμε νά προϋπαντήσουμε τό νοητό φοίνικα κρατῶντας τά βάγια τῶν φοινίκων;”»[13].
Σ’ αὐτήν τήν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ ἀναφέρεται καί ὁ θαυμαστός Ἱεράρχης τῆς Καισαρείας : «Ἄς καθαρθοῦμε ἀπό τήν ὑπερηφάνεια γιά νά ὑψωθοῦμε, καί ἄς μιμούμαστε τόν Κύριο πού ἔφθασε στήν ἔσχατη ταπείνωση, κατεβαίνοντας ἀπό τόν οὐρανό… Γιατί πράγματι ὁλόκληρη ἡ ζωή τοῦ Κυρίου μᾶς παιδαγωγεῖ καί μᾶς ὁδηγεῖ πρός τήν ταπεινοφροσύνη. Ἐνῶ ἦταν βρέφος Τόν ἔβαλαν στό σπήλαιο καί στή φάτνη. Ἐπέρασε τή ζωή Του σέ σπίτι ξυλουργοῦ καί φτωχῆς μητέρας… Ὑποτάχτηκε στόν Ἰωάννη τόν Πρόδρομο καί ὁ Κύριος δέχθηκε τό βάπτισμα ἀπό τό δοῦλο… Μπροστά στούς ἀρχιερεῖς στεκόταν σέ στάση δικαζομένου… Φτυνόταν ἀπό τούς δούλους καί τούς τιποτένιους ὑπηρέτες… Παραδινόταν στό θάνατο καί μάλιστα σέ θάνατο πού ἐθεωρεῖτο ἀπό ὅλους τους ἀνθρώπους ὁ πιό αἰσχρός καί ἀτιμωτικός… Κι ὕστερα ἀπό τόσο μεγάλη ταπεινοφροσύνη, φανερώνει τή δόξα Του καί συνδοξάζει ὅλους ἐκείνους πού ἔμειναν μαζί Του ἄδοξοι»[14].
Ἀδελφοί μου, «πρό ἕξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα» ἡ σημερινή ἡμέρα … Εἶναι ἡμέρα προκαθαρτική,
γιά νά καθαρίσουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό κάθε ἀκαθαρσία,
γιά νά σταματήσουμε τήν ἔχθρα καί νά πάψουμε νά ὀργιζόμαστε,
γιά νά σβήσουμε τή διαβολή,
γιά νά συσφίξουμε τούς δεσμούς ἀγάπης,
γιά νά διευρύνουμε τήν ἀγάπη στούς πτωχούς,
γιά νά μήν ἑορτάσουμε μόνο ἐμεῖς, ἀλλά νά συνεορτάσει μαζί μας καί αὐτός πού ἔχει ἀνάγκη.
Ἔτσι θά πρέπει νά πορευθοῦμε τήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου. Μέ αὐτόν τόν τρόπο πρέπει νά σταθοῦμε κάτω ἀπό τό Σταυρό Του : μέ ταπείνωση, μέ ἁπλότητα, μέ καθαρότητα καρδιᾶς, μέ μετάνοια καί ἐλεημοσύνη, προκειμένου νά γιορτάσουμε καί νά χαροῦμε τή χαρά τῆς Ἀναστάσεώς Του.
Γι΄ αὐτό καί πατρικά σᾶς προτρέπω :
- Νά μήν λείψει κανείς ἀπό τίς Ἱερές Ἀκολουθίες αὐτῆς τῆς ἑβδομάδος, πού θά μᾶς βοηθήσουν νά βιώσουμε τά «Πάθη τά σεπτά» μέσα σέ κλῖμα κατανύξεως καί προσευχῆς. Νά συμπορευθοῦμε, δηλαδή, μαζί μέ τόν Κύριό μας πρός τό Πάθος, γιά νά φθάσουμε ἐν συνεχείᾳ στή χαρά τῆς Ἀναστάσεώς Του.
- Νά προετοιμασθοῦμε κατάλληλα διά τοῦ Μυστηρίου τῆς Μετανοίας καί τῆς Ἐξομολογήσεως, προκειμένου νά καθήσουμε στό Δεσποτικό Τραπέζι καί νά πάρουμε μέσα μας τήν ἀθάνατη τροφή, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου. Οἱ λόγοι Του εἶναι χαρακτηριστικοί γιά ὅλους μας: «Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἐν ἐμοί μένει, κἀγώ ἐν αὐτῷ».
- Θερμότατα σᾶς παρακαλῶ, νά μείνουμε ὅλοι τό βράδυ τῆς Ἀναστάσεως στήν Ἀναστάσιμη Θεία Λειτουργία. Ὅπως θά τιμήσουμε τά Ἄχραντα Πάθη τοῦ Κυρίου μας, θά πρέπει, συγχρόνως, νά τιμή-σουμε καί τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεώς Του, ΠΑΡΑΜΕΝΟΝΤΑΣ ΟΛΟΙ ΣΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΑΧΡΑΝΤΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ.
- Ἐφιστῶ ἰδιαίτερα τήν προσοχή σας στήν νηστεία αὐτῆς τῆς ἑβδομάδος, ἡ ὁποία τελειώνει τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα, μετά τή Θεία Λειτουργία τῆς Ἀναστάσεως. Ἄρα, λοιπόν, δέν ἐπιτρέπεται, προφασιζό-μενοι διαφόρους λόγους, νά καταλύουμε τή νηστεία αὐτῆς τῆς ἑβδομάδος καί μάλιστα τίς πιό ἱερές ἡμέρες, τή Μεγάλη Πέμπτη, τή Μεγάλη Παρασκευή καί τό Μέγα Σάββατο, ἀτιμάζοντας, ἔτσι, τήν περίοδο αὐτή καί περιφρονῶντας τό Πάθος τοῦ Κυρίου.
- Θερμά σᾶς παρακαλῶ, ἀκόμη, τίς ἡμέρες αὐτές νά σκεφθοῦμε τούς ἀδελφούς μας, πού ὑποφέρουν ἀπό διάφορες ἀσθένειες καί ἀπό ἄλλα δυσβάστακτα προβλήματα · νά τούς φέρνουμε στήν σκέψη μας, στίς προσευχές μας καί νά κάνουμε ὅ,τι εἶναι δυνατόν γιά νά ἀνακουφίσουμε τόν πόνο τους καί νά σκουπίσουμε τά δάκρυα ἀπό τά μάτια τους.
Νά προσευχηθοῦμε, ἀκόμη, γιά ὅλους ἐκείνους πού βρίσκονται μπλεγμένοι στά δίχτυα τῆς ἁμαρτίας, γιά τούς αἰχμαλώτους, γιά τά παιδιά μας, γιά τόν κόσμο ὁλόκληρο.
- Ἄν θέλουμε νά θωρακίσουμε τό σπίτι μας καί νά τό κάνουμε ἀπρόσιτο στόν ἐχθρό τῆς ψυχῆς μας, δέν ἔχουμε παρά νά χρησιμο-ποιήσουμε τίς δύο ἀρετές: τήν προσευχή καί τήν ἐλεημοσύνη. Ἡ ἐλεημοσύνη θά μᾶς ἀνεβάσει στόν Θρόνο τοῦ Θεοῦ καί θά μᾶς δώσει τή δυνατότητα τῆς παρρησίας κοντά Του κατά τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως.
Μέ αὐτές τίς λίγες σκέψεις βγαλμένες μέσα ἀπό τήν καρδιά μου, εὔχομαι καί προσεύχομαι νά περάσουμε ὄλοι μέ ὑγεία καί δύναμη αὐτήν τήν εὐλογημένη περίοδο καί νά φθάσουμε νά προσκυνήσουμε ἀξίως τήν λαμπροφόρο Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Εὐχέτης πρός τόν ἐρχόμενον ἐπί τό ἑκούσιον Πάθος Σωτῆρα Κύριο
Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Σ Σ Α Σ
Ο ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ
[1] «Ἡ συμβολική εἴσοδος τοῦ Μεσσία στήν πόλη τοῦ Θεοῦ, τή Σιών», ἔκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2014, σελ. 67
[2] Ἰω. 12,1
[3] Στιχηρό Κυριακῆς Βαΐων ἑσπέρας
[4] «Ἡ συμβολική εἴσοδος …» ὅ.π. σελ. 69
[5] Ἰω. 12,14-15
[6] Ματθ. 21,7-8
[7] Λουκ. 19,35-36
[8] Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου, «Οἱ Δεσποτικές Ἑορτές», ἔκδ. Α’ 1995, σελ. 206
[9] Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, «Ἑορτοδρόμιον – Τόμος Β’», ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 47-48
[10] Μεγάλου Ἀθανασίου, «Ἐκ τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου εἰς τό Πορεύεσθε εἰς τήν κατέναντι κώμην…», PG 28,1028
[11] ὅ.π. σελ. 205
[12] « Ἡ συμβολική εἴσοδος …» ὅ.π. σελ. 73
[13] ὅ.π., σελ.75-77
[14] Μεγάλου Βασιλείου, Περί ταπεινοφροσύνης, κεφ. 6, ΕΠΕ 124-126